- βυθομέτρηση
- ηη μέτρηση του βυθού θάλασσας ή ποταμού με ειδικά όργανα: Έχει γίνει πλήρης βυθομέτρηση όλων των ακτών της χώρας μας.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
βυθομέτρηση — η η μέτρηση του βάθους των θαλασσών … Dictionary of Greek
ορειβάσια — Η τέχνη της αναρρίχησης στα βουνά και κυρίως στις δυσπρόσιτες κορυφές. Η ο. εκτελείται συνήθως από ομάδες με τους κατάλληλους τεχνικούς τρόπους και τα απαραίτητα μέσα. Και στην Ελλάδα χρησιμοποιείται συχνά και ο διεθνής όρος αλπινισμός, από το… … Dictionary of Greek
ορειβασία — Η τέχνη της αναρρίχησης στα βουνά και κυρίως στις δυσπρόσιτες κορυφές. Η ο. εκτελείται συνήθως από ομάδες με τους κατάλληλους τεχνικούς τρόπους και τα απαραίτητα μέσα. Και στην Ελλάδα χρησιμοποιείται συχνά και ο διεθνής όρος αλπινισμός, από το… … Dictionary of Greek
βυθομετρώ — ( άω) εκτελώ βυθομέτρηση … Dictionary of Greek
βόλιση — η [βολίζω] η βυθομέτρηση με βολίδα … Dictionary of Greek
ηχητικός — ή, ό (AM ἠχητικός, ή, όν [ηχώ] αυτός που παράγει ήχο, ηχηρός, ηχογόνος («ηχητικά κύματα») νεοελλ. 1. αυτός που ενισχύει τον παραγόμενο ήχο («ηχητικό κιβώτιο») 2. αυτός που γίνεται με τη βοήθεια τού ήχου («ηχητική βυθομέτρηση» η μέτρηση τού βάθους … Dictionary of Greek
βυθομετρώ — ησα, μετρώ το βάθος, κάνω βυθομέτρηση … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κάθετος — η, ο επίρρ. α 1. ο αφημένος προς τα κάτω, αυτός που κρέμεται από κάποιο σημείο και διευθύνεται κατακόρυφα προς το έδαφος: Η φράση των αρχαίων «κάθετος μόλυβδος» σήμαινε μια μολύβδινη βολίδα που δενόταν στο άκρο σκοινιού και πεταγόταν στη θάλασσα… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)